Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

 
 
Από τη συνέλευση του συλλόγου μας και μετά…
…άνοιξε ένας διάλογος ανάμεσά μας. Πολλοί άνθρωποι πήραν το λόγο, έχοντας μια βασική ανάγκη και επιθυμία: να μιλήσουν και να ακουστούν, να συζητήσουν για την καθημερινότητά τους στους χώρους εργασίας. Αυτό που διαφάνηκε είναι ότι όλοι εμείς, οι εργαζόμενοι κι οι εργαζόμενες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, περιμέναμε καιρό να δοθεί απλώς μια ευκαιρία για να αρχίσουμε να συζητάμε για το μέλλον μας και τα δικαιώματά μας.
Όσοι/ες συμμετέχουμε στη συζήτηση έχουμε ορισμένα κοινά: Είμαστε εργαζόμενοι κι εργαζόμενες στο ΕΚΠΑ που, παρά τις αντίξοες συνθήκες, δίνουμε καθημερινά τη μάχη για το δημόσιο Πανεπιστήμιο, σε ένα περιβάλλον όπου η προάσπιση των κοινωνικών αγαθών φαντάζει πλέον μακρινό όνειρο. Που μοιραζόμαστε τις ίδιες δυσκολίες και ανησυχίες, νιώθουμε υπεύθυνοι/ες για το μέλλον, προβληματιζόμαστε κι αναρωτιόμαστε αν όντως οι εξελίξεις είναι “νομοτελειακές”, όπως ενίοτε παρουσιάζονται στη μετά το μνημόνιο εποχή. Που μας συνοδεύει μια απογοήτευση, εδώ και πολλά χρόνια, από την απουσία δράσης του συλλογικού μας οργάνου, που δεν το αισθανόμαστε στο πλευρό μας.
Κυρίως όμως, αυτό που πιστεύουμε, όλοι και όλες εμείς, είναι ότι για να μπορέσουμε να υπερασπιστούμε αποτελεσματικά τα δικαιώματά μας και για να έχουμε λόγο στις αποφάσεις που παίρνονται για το μέλλον μας, ο σύλλογός μας πρέπει να είναι ισχυρός, ανεξάρτητος από κομματικές και εργοδοτικές οδηγίες, και να λειτουργεί με απολύτως δημοκρατικές διαδικασίες. Οριζόντια, όχι από τα πάνω προς τα κάτω. Να ενώνει κι όχι να διαιρεί. Να δραστηριοποιείται στο πεδίο της καθημερινής υπεράσπισης των δικαιωμάτων μας, να επεξεργάζεται και να καταθέτει προτάσεις που να είναι αποτέλεσμα ενός ζωντανού και γόνιμου διαλόγου, στον οποίο ο καθένας κι η καθεμιά να μπορούν να εκφράζουν και να υπερασπίζονται ελεύθερα την άποψή τους.

Η κατάσταση στο σύλλογο όμως…
…είναι πολύ διαφορετική. Ακόμα και σε δύσκολες εποχές, σαν τη σημερινή, οι μεγάλες απεργίες αντιμετωπίζονται σαν πυροτεχνήματα, χωρίς προηγούμενη ενημέρωση και κινητοποίηση, κάτι περισσότερο τέλος πάντων από το πάτημα του enter για την αποστολή ενός μέιλ, με μια ανακοίνωση που καλεί σε μια συγκέντρωση στην οποία μάταια αναλώνεται κανείς να ψάχνει το πανό του συλλόγου. Όσο για το εσωτερικό, αυτό που φαίνεται να απασχολεί δικούς μας αντιπροσώπους είναι το να μπορούν να παίζουν ένα ρόλο αντίστοιχο με αυτόν της διεύθυνσης προσωπικού και να δηλώνουν ξεκάθαρα τη συναίνεση, όχι μόνο τη δική τους, αλλά –ακόμα χειρότερα- και του συλλόγου, όλων μας δηλαδή, στις πρακτικές της Διοίκησης, ακόμα και στη μία και μοναδική -διεκπεραιωτικού χαρακτήρα- γενική συνέλευση του έτους. Και στην καθημερινότητα; Καμιά παρουσία του συλλόγου στις επιμέρους υπηρεσίες. Οι αγωνίες, οι φόβοι, οι ελπίδες, οι ιδέες και οι προτάσεις μας μένουν να συζητιούνται ανά δύο στους χώρους δουλειάς. Αποκλεισμένοι από κάθε δυνατότητα παρέμβασης στα ζητήματα που αφορούν τη ζωή μας, αρχίζουμε τελικά να πιστεύουμε ότι δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να προσαρμοζόμαστε σε τετελεσμένα.

Οι αποφάσεις μπορούν να συνεχίσουν να λαμβάνονται κάπου αλλού…
…χωρίς εμείς να συζητάμε τι θέλουμε. Αλλά, κάποια στιγμή πρέπει να βάλουμε όριο: πολλοί έχουν λόγους να χαίρονται με τον τρόπο λειτουργίας ενός συλλόγου που εμφανίζεται να μην παρεμβαίνει, ούτε καν στα χαρτιά, για ζητήματα που αφορούν τις ζωές του συνόλου των εργαζόμενων. Τις συνέπειες αυτής της πραγματικότητας όμως θα τις βιώσουμε και εμείς, ανεξαρτήτως του αν συμμετέχουμε ή όχι στη διαμόρφωσή της, ανεξαρτήτως του αν θεωρούμε ότι η διαχείριση των συνδικαλιστικών πραγμάτων θα έπρεπε να είναι διαφορετική.
Κι ίσως κάποτε να κληθούμε επιτακτικά να ζήσουμε μια πραγματικότητα που δε θα έχουμε [συν-]διαμορφώσει και να βρεθούμε να αναρωτιόμαστε γιατί κάποιοι μας αγνόησαν. Τότε θα είναι μάταιο ακόμα και το να αναζητήσουμε ευθύνες. Πόσο μάλλον να αναλογιστούμε πού ήμασταν εμείς όταν τα πράγματα έπαιρναν το δρόμο τους.

Μάλλον ήρθε η ώρα να πάρουμε θέση
Δεν μπορούμε να μείνουμε σε μια κριτική, ακόμα κι αμείλικτη, σε καθιερωμένες πρακτικές. Οι εξελίξεις τρέχουν. Κι όσοι θεωρούμε ότι δεν έχουμε περιθώρια, ούτε είμαστε διατεθειμένοι να συνεχίσουμε να αφήνουμε κάποιους, μέσα κι έξω από το σύλλογο, να διαχειρίζονται το εργασιακό μας μέλλον οδηγώντας μας σε προαποφασισμένες ήττες, επαιτώντας, με ικετευτικές σχεδόν επικλήσεις, για κάποια ψήγματα φιλευσπλαχνίας, είναι μάλλον καιρός να βάλουμε τα θέλω μας μπροστά διεκδικώντας ό,τι είναι δίκαιο και θεμιτό.

Σε ένα πρωτοβάθμιο σωματείο…
…το Δ.Σ. υπάρχει για να εφαρμόζει τις αποφάσεις της βάσης, όπως αυτές λαμβάνονται μέσα από ανοιχτές κι αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Η δύναμη μπορεί να συνδέεται με θέσεις κι αξιώματα, πηγάζει όμως από όλους και όλες εμάς που μπορούμε απέναντι σε όλα όσα μας απασχολούν να πάρουμε θέση, να βρεθούμε, να μιλήσουμε, να ακούσουμε και –προπάντων- να δράσουμε.
Η σύνθεση του Δ.Σ., όπως προέκυψε, λίγα περιθώρια αφήνει για ουσιαστική συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων, η ενισχυμένη άλλωστε αυτοδυναμία της πλειοψηφίας το απαλλάσσει από κάθε υποχρέωση να δεσμευτεί για οτιδήποτε. Η έκφραση όμως άποψης για τα τεκταινόμενα δεν μπορεί να αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο 9 ανθρώπων που καταλαμβάνουν ισάριθμες θέσεις στο Δ.Σ. Υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος εργαζομένων που έχει προτάσεις να κάνει και που θέλει επιτέλους να τις κάνει.

Ένας κόσμος που…
…ενδιαφέρεται για ένα συνδικαλισμό στον οποίο ο καθένας και η καθεμιά θα έχει λόγο και ουσιαστική συμμετοχή. Που δε θα κινείται στη λογική της υποχρεωτικής “αδερφοποίησης” με την εργοδοσία και που δε θα ξεχνάει ότι ο σύλλογος, ως εκπρόσωπος του συνόλου των εργαζομένων, κι η εργοδοσία συζητάνε σαν ίσος προς ίσο. Που θα κινητοποιείται και για τα ευρύτερα ζητήματα που μας αφορούν, μνημόνια, κείμενα διαβούλευσης, μισθολόγια, κ.α., ενάντια στη διαχείριση της ζωής μας από κάποιους που δε διστάζουν να βάζουν τα πάντα, ακόμα και τα στοιχειώδη, πάνω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ένα συνδικαλισμό που να μη σταματάει στις εξόδους των κτιρίων, αλλά να λαμβάνει υπόψη του όλες τις πλευρές της ζωής, γιατί αυτά τα δύο επίπεδα, αυτό της εργασίας και αυτό της ζωής, δεν είναι δύο ξεχωριστοί κόσμοι: οι συνθήκες στο χώρο και κατά το χρόνο δουλειάς διαμορφώνουν ολόκληρη την καθημερινότητά μας, τη διάθεση με την οποία γυρίζουμε στα σπίτια μας και αντιμετωπίζουμε τους δικούς μας ανθρώπους.

Στην κατεύθυνση αυτή…
…αυτό που μπορεί να γίνει άμεσα είναι να συναντηθούμε και να συζητήσουμε για την κατάσταση στους εργασιακούς χώρους και τα προβλήματα που μας απασχολούν γενικότερα, με στόχο να καταγράψουμε τα ζητήματα που εμείς θεωρούμε ότι πρέπει να συμπεριληφθούν στον προγραμματισμό δράσης που θα συζητηθεί στην πρώτη συνεδρίαση του Δ.Σ. μετά τη συγκρότησή του. Προκειμένου δύο –τουλάχιστον- από τους αντιπροσώπους μας (εκείνοι του εκλογικού σχήματος «Ενωτική Αριστερή Παρέμβαση. Συνεργαζόμενοι: Πρωτοβουλία Γένοβα, Πρωτοβουλία Εργαζομένων») να διαμορφώσουν συνολικότερη εικόνα για την πραγματική κατάσταση και βούλησή μας. Δεσμεύοντάς τους παράλληλα με τη φυσική μας παρουσία, άμεσα, να προωθήσουν σε επίπεδο Δ.Σ. αυτά που εμείς θεωρούμε ότι πρέπει να απασχολήσουν το σύλλογο τα δύο επόμενα χρόνια.

Κάθε αγώνας που δε δίνεται οδηγεί στην περαιτέρω υποβάθμιση της ποιότητας ζωής μας και δεν έχουμε πλέον περιθώριο να αφήνουμε να τίθενται υπό διαπραγμάτευση, όχι απλώς οι συνθήκες εργασίας μας, αλλά και οι ίδιες μας οι ζωές.
Η βάση της δράσης μας άλλωστε για την προάσπιση των κατακτήσεων των προηγούμενων γενιών δεν είναι πια μόνο το ότι έχουμε χρέος να τις παραδώσουμε στα παιδιά μας: είναι το να μη βρεθούμε αύριο εμείς να διαπραγματευόμαστε από μηδενική βάση.

Πρωτοβουλία Εργαζομένων Πανεπιστημίου Αθηνών