Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

«Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου δέσποτα»

Την 1η Φεβρουαρίου οι διαπιστωτικές πράξεις απόλυσης («εφεδρείας») υπεγράφησαν από τον πρύτανη του ΕΚΠΑ.


Καλλιεργώντας ψευδαισθήσεις

Στις 28/12/2011, με μια ανακοίνωσή της σύμφωνη με το κλίμα των Χριστουγέννων, η Ομοσπονδία μας (Ο.Δ.Π.Τ.Ε.) μας ενημέρωνε ότι σε μια «σημαντική και ουσιαστική συνάντηση» (21/12), ο αναπληρωτής υπουργός Παιδείας, «αμέσως αποδέχτηκε το αίτημά μας […] για τη μη εφαρμογή του μέτρου της εφεδρείας-απολύσεων» και ότι επρόκειτο να «ζητήσει από τον Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης την εξαίρεσή μας» από αυτό.

Η καριέρα του Κ. Αρβανιτόπουλου σε ρόλο Άγιου Βασίλη έμελε να είναι σύντομη. Εξάλλου η θέση του είναι ξεκάθαρη: «Από την πρώτη στιγμή της ανάληψης των καθηκόντων μου τόνισα ότι οι νόμοι πρώτα εφαρμόζονται και αν και όταν χρειαστεί βελτιώνονται» (11/1). Η κυβέρνηση απέρριψε, όπως ήταν φυσικό, το αίτημα για εξαίρεση των εργαζομένων στα ΑΕΙ-ΤΕΙ από την εφεδρεία. Όσο για την Ο.Δ.Π.Τ.Ε., που «δεν έτρεφε αυταπάτες» και θεωρούσε «ότι ο δρόμος του αγώνα είναι αυτός που θα οδηγήσει στην ανατροπή των ακραίων και αντισυνταγματικών ρυθμίσεων», πιθανώς, ακόμα ελπίζει…


150.000 «πλεονάζοντες»…

 «Θα υπάρχει μια μείωση των οργανισμών και των τμημάτων κατά 30% […] το 2012 και  το 2013 […] θα δούμε ποιο είναι το σωστό μέγεθος του δημόσιου τομέα […] Ποιες μειώσεις οι οποίες πρέπει να γίνουν […] θα αντιμετωπιστεί το πλεονάζον προσωπικό».
Ηλ. Μόσιαλος, 3/10/2011

Μετά τη συνάντηση αντιπροσωπείας πρυτάνεων-Κ. Αρβανιτόπουλου (9/11), η οποία επίσης χαρακτηριζόταν από «καλό κλίμα για το θέμα της επίλυσης των προβλημάτων των πανεπιστημίων» (σύμφωνα με τον Τρ. Αλμπάνη, προεδρεύοντα της συνόδου ), ο πρύτανης του ΕΚΠΑ προχώρησε στην υπογραφή των εγγράφων σχετικά με την υπαγωγή σε εφεδρεία συναδέλφων μας, επικαλούμενος την απειλή εισαγγελικής παρέμβασης. Τα ειδοποιητήρια στάλθηκαν και οι εργαζόμενοι όφειλαν άμεσα να καταθέσουν τυχόν ενστάσεις τους, σε διαφορετική περίπτωση οι απολύσεις τους θα περίμεναν απλά μια υπογραφή. Η οποία μπήκε την 1/2.

Η υπογραφή από τον πρύτανη του ΕΚΠΑ των ειδοποιητηρίων συνέπεσε με τις δηλώσεις Ρέππα για το τέλος της εφεδρείας (10/1). Ήταν αποτυχημένο το μέτρο; Σύμφωνα με τη νέα ερμηνεία του υπουργού, που ξεχνάει να αναφέρει ότι οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων προκάλεσαν σειρά εμπλοκών στην εφαρμογή του, μάλλον όχι. Ο στόχος άλλωστε δεν ήταν τόσο το δημοσιονομικό όφελος από τους λιγότερους από 800 εργαζόμενους που τέθηκαν σ’ αυτό το καθεστώς, ούτε από τους χιλιάδες που κατατρομοκρατήθηκαν και οδηγήθηκαν σε ένα είδος «εθελούσιας αποχώρησης» (πρόωρη συνταξιοδότηση ): «[Το μέτρο] έδωσε ένα πολιτικό μήνυμα ότι η εργασιακή ακαμψία στο Δημόσιο είναι παρελθόν, δεν είναι ταμπού το να απομακρυνθεί κάποιος από το Δημόσιο. Το πολιτικό μήνυμα δόθηκε, ολοκληρώθηκε ο κύκλος και η χρησιμότητα αυτής της πολιτικής».

Το «τέλος» της εφεδρείας άρα δε συνεπάγεται κάποιου είδους «οπισθοχώρηση»: Ναι μεν «στην ατζέντα που διαμορφώνει αυτή η κυβέρνηση και αυτός ο υπουργός, πολιτική απολύσεων δεν υπάρχει», η κυβέρνηση αυτή όμως (ούτως ή άλλως απονομιμοποιημένη στις συνειδήσεις των εργαζομένων, οι οποίοι με τις αντιδράσεις τους επέβαλαν η ατζέντα της να μη συμπεριλαμβάνει απολύσεις), είναι «προσωρινού χαρακτήρα». Η επόμενη θα μπορεί να επικαλεστεί αυτό που αποκαλείται «πρόσφατη λαϊκή εντολή», ακόμα κι αν την ψηφίσει στην πραγματικότητα λιγότερο από το 30% των ψηφοφόρων. Κι η δέσμευση για μείωση κατά 150.000 του προσωπικού στο δημόσιο κατά το διάστημα 2010-2015 παραμένει. Και για να υλοποιηθεί ο στόχος αυτός, τη θέση της εφεδρείας έρχεται να πάρει ο λεγόμενος «εξορθολογισμός». Δηλαδή, η μείωση κατά 30% των υπηρεσιών του δημοσίου, η αξιολόγηση των υπαλλήλων, το νέο πειθαρχικό και άλλοι τρόποι απόλυσης εργαζομένων.

Πού όμως θα πέσει το βάρος του «εξορθολογισμού»; Οι δηλώσεις Ρέππα είναι αποκαλυπτικές: «Στο δημόσιο συνολικά εργάζονται 720.000 υπάλληλοι [640.000 μόνιμοι, 80.000 έκτακτοι]», κι «από αυτούς, 190.000 είναι οι εκπαιδευτικοί και άλλες 150.000 ένστολοι». Ο τομέας της εκπαίδευσης φυσικά δε θα μείνει αλώβητος. Τα σώματα ασφαλείας όμως όχι απλώς θα μείνουν, αλλά θα αυξηθούν (έχει κανείς την ψευδαίσθηση ότι η 1 πρόσληψη προς 10 αποχωρήσεις θα είναι σε νοσοκομείο, σχολείο ή σε κάποια κοινωνική υπηρεσία;). Η μείωση λοιπόν θα πρέπει να υπολογίζεται (αν τα νούμερα του υπουργού είναι σωστά) επί 570.000 εργαζόμενων στο δημόσιο.


Μέτρα μεσοπρόθεσμου: Το ζητούμενο; Φόβος και υποταγή

Οι «πληροφορίες» που διοχετεύουν κυβερνητικοί παράγοντες στα ΜΜΕ το τελευταίο διάστημα στοχεύουν σε μια επιχείρηση τρομοκράτησης των εργαζομένων στο δημόσιο, ανάμεσα σ’ αυτούς κι ημών των –κάτι λιγότερο από- 1.400 : Στο στόχαστρο της διαδικασίας «εξορθολογισμού» φέρονται να είναι πότε οι ΥΕ και ΔΕ και πότε οι ΙΔΑΧ. Το τελευταίο διάστημα, η αξιολόγηση από γαλλικούς οίκους (λες κι αν ήταν ελληνικοί θα άλλαζε κάτι…) έχει έρθει στο προσκήνιο, θυμίζοντας αυτό πού λεγόταν κάποτε στα παιδιά περί «μπαμπούλα»: κανείς δεν καταλάβαινε τι ακριβώς ήταν αυτό, αλλά ήξερε πάρα πολύ καλά ότι έπρεπε να το φοβάται.

Με το μεσοπρόθεσμο τέθηκε ένα απαρέγκλιτο πλαίσιο για το σύνολο του δημοσίου τομέα: πάγωμα της αυτόματης ωρίμανσης, νέα μισθολογική κλίμακα-σκληρή μισθολογική ιεραρχία, εισαγωγή της μερικής απασχόλησης και των άνευ αποδοχών αδειών, εργασιακή εφεδρεία του «πλεονάζοντος προσωπικού», περικοπή επιδομάτων, κ.α. Στόχος; Η μείωση του μισθολογικού κόστους κατά «τουλάχιστον» 2.195 εκ. € ως το 2015, «μέσω της μείωσης του προσωπικού», ή, με άλλα λόγια, η πειθάρχηση των εργαζομένων και η εντατικοποίηση της εργασίας τους.

Στα ΑΕΙ-ΤΕΙ και τα ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ γενικότερα, οι περικοπές στις δαπάνες θα πρέπει να φτάσουν «τουλάχιστον» τα 1.240 εκ. €, «μέσω των συγχωνεύσεων/κλεισίματος και μείωσης των επιδοτήσεων σε εκπαιδευτικά ιδρύματα (σχολεία, ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης)» .


Οι ανάγκες της «εθνικής οικονομίας», δηλαδή της καπιταλιστικής κερδοφορίας

Οι προθέσεις του κράτους σε σχέση με το διοικητικό προσωπικό των πανεπιστημίων κατέστησαν σαφείς με το προσχέδιο νόμου για την ανώτατη εκπαίδευση, σύμφωνα με το οποίο, η όποια ρύθμιση, σύσταση/κατάργηση κλάδων και θέσεων, στα -υπό συγχώνευση/κατάργηση- Ιδρύματα θα γινόταν «κατά παρέκκλιση του άρθρου 20 του ν. 2503/1997». Το προσχέδιο νόμου τελικά τροποποιήθηκε, οι «παρεκκλίσεις» όμως από το άρθρο 20 έμειναν.

Το άρθρο 20 έθετε ένα βασικό όριο για το δημόσιο τομέα: οι –οργανικές- θέσεις μπορούσαν να μεταφερθούν σε άλλο κλάδο ή να καταργηθούν, αλλά αυτή η διαδικασία σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να έχει «ως συνέπεια την απόλυση ή τον υποβιβασμό υπαλλήλων». Η μετατροπή μας όμως σε «κρατικούς υπαλλήλους», χωρίς καμιά έννοια «οργανικότητας», ήρθε να επιβάλει μια ανατροπή όλου του πλαισίου των εργασιακών σχέσεων στο δημόσιο: Καμιά διασφάλιση θέσεων, κανένα όριο σε ενδεχόμενες απολύσεις.

Όσο για το Σύνταγμα σε ό,τι αφορά τους μόνιμους (το ποσοστό των οποίων μειώνεται σταθερά τελευταία); Η διατύπωση «οι δημόσιοι υπάλληλοι που κατέχουν οργανικές θέσεις είμαι μόνιμοι εφόσον αυτές υπάρχουν» (άρθρο 103, παρ. 4) πλέον δε διασφαλίζει τίποτα.

Η αντιμετώπιση του προσωπικού των φορέων των οποίων η συγχώνευση έχει προχωρήσει (όπως των συναδέλφων μας των εστιών) είναι ενδεικτική για την κατάσταση που θα διαμορφωθεί –και- στα ΑΕΙ. Ποιος μπορεί να υποστηρίξει σοβαρά ότι, εν μέσω μνημονίου και μεσοπρόθεσμου και, σύμφωνα με τις επιταγές του Υπουργείου Παιδείας για μείωση του κόστους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (με «αναμόρφωση του χάρτη της» σύμφωνα με τις «ανάγκες της εθνικής οικονομίας»), τα υπο-χρηματοδοτούμενα Ιδρύματα δε θα κληθούν να συμπιέσουν το κόστος λειτουργίας τους μειώνοντας το προσωπικό τους, μέσω συγχωνεύσεων/καταργήσεων κι αναδιάρθρωσης υπηρεσιών, όπως προβλέπει ο νόμος-πλαίσιο;


Κι οι δικές μας ανάγκες

Η συνταγή που επιλέχθηκε για την «επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων», δηλαδή την υπέρβαση της κρίσης υπέρ του κεφαλαίου και τη διάσωση των τραπεζών είναι η αύξηση της φορολόγησης των εργαζομένων (δεδομένων των απανωτών μειώσεων στη φορολόγηση του κεφαλαίου) και η μείωση των μισθών και των κοινωνικών δαπανών. Εμείς, με το ενιαίο μισθολόγιο, φτάσαμε σε ένα –προς τα κάτω- όριο που ποτέ δεν είχαμε φανταστεί. Το 75% περίπου από μας υπέστη μειώσεις (στα μεικτά, γιατί αν υπολογίσουμε τα καθαρά, με τη νέα μείωση του αφορολόγητου, το ποσοστό θα αυξηθεί αρκετά), από 40 μέχρι 330€. Για ορισμένους από μας, αρκετούς, η πτώση ήταν πολύ απότομη. Αν συνυπολογίσουμε τους κεφαλικούς φόρους και τα χαράτσια (είτε τα πληρώσαμε είτε όχι) και τις ανελαστικές ανάγκες μας που τρέχουν βρισκόμαστε σε μια κατάσταση πρωτόγνωρα δύσκολη.

Μέσα σ’ όλα αυτά, ήρθε και η απόφαση της συγκλήτου η οποία αρνείται να «παραχωρήσει» το  «επίδομα» υπερωριακής απασχόλησης το οποίο ήταν μέχρι τώρα κομμάτι του μισθού μας, ευθυγραμμιζόμενη με την πολιτική περικοπών της κυβέρνησης. Ο μνημονιακός τρόπος διαχείρισης-πειθάρχησης εφαρμόζεται και μέσα στο Πανεπιστήμιο, απέναντί μας, στη βάση όλης της προπαγάνδας περί «αργόσχολου», «μη παραγωγικού» εργατικού δυναμικού.


Ο κόσμος που γνωρίσαμε αλλάζει, ο κόσμος που αντέχαμε τελειώνει

Η έννοια της «κοινότητας» δεν έχει κανένα περιεχόμενο όταν υπάρχουν ανταγωνιστικά συμφέροντα και επιδιώξεις, όταν υπάρχουν σχέσεις εξουσίας και εκμετάλλευσης.

Κοινότητά μας είναι εκείνοι που αγωνίζονται ενάντια στην κατάσταση που διαμορφώνεται, ανεξάρτητα από το ποια ιδιότητα έχουν (μέλη ΔΕΠ, εργαζόμενοι, φοιτητές). Εκείνοι με τους οποίους βρισκόμαστε μαζί στο δρόμο, σε έναν κοινό αγώνα στο πλαίσιο του οποίου ο ένας στηρίζει τον άλλο κι όλοι μαζί αγωνιζόμαστε για τον ίδιο σκοπό.

Δε μας ενδιαφέρουν μικροσυμφέροντα και ιδιοτελείς σκοποί που μπορεί πρόσκαιρα να δημιουργούν «κοινά μέτωπα». Και δεν έχουμε την ψευδαίσθηση ότι θα καταφέρουμε βρίσκοντας κάποιο «παράθυρο» να σωθούμε μόνο εμείς. Κοινότητά μας είναι οι εργαζόμενοι του υπόλοιπου δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, εκείνοι που πλήττονται όσο κι εμείς και που δεν τρομοκρατούνται, δε σκύβουν το κεφάλι, δεν αναζητούν ατομικές λύσεις, αλλά αγωνίζονται σε ένα πνεύμα αλληλεγγύης, χωρίς να ονειρεύονται την επιστροφή σε μια παλιά κατάσταση, αλλά το πέρασμα σε μια καινούρια, πολύ καλύτερη από αυτή που ζούσαμε ως πρόσφατα.


Βγαίνουμε μπροστά και απαιτούμε.
Δε διαπραγματευόμαστε, δεν εκλιπαρούμε.
Ξέρουμε ότι σε μας στηρίζεται η λειτουργία του Πανεπιστημίου.
Ξέρουμε ότι οι εργαζόμενοι παράγουμε τον πλούτο.
Παλεύουμε.
Οι δικές μας ανάγκες κι επιθυμίες καθορίζουν τον αγώνα μας.